"Κόκκινη κλωστή δεμένη
δως της κλώτσο να γυρίσει
παραμύθι ν` αρχινίσει.
(αρχή του παραμυθιού)
"Μεταξωτό να 'ναι το πανί
μεταξωτό το χτένι
μεταξωτή κι η κοπελιά
που κάθεται και υφαίνει."
(Δημοτικό)
Πρώτα έπρεπε να πλύνουν το μαλλί στο ποτάμι και μετά, να το ανοίξουν και να το λαναρίσουν. Το μαλλί τραβιέται και μαδιέται στα μυτερά καρφιά και μετά σχηματίζονται οι πάλτσες και οι τουλίπες και τις γνέθουν στη ρόκα και κάνουν τη κλωστή για το υφάδι, που μαζεύεται στ' αδράχτι. Ποιός δε θυμάται τις θείες και τις γιαγιάδες να κάθονται στα πεζούλια ή τα κοτρόνια της γειτονιάς να γνέθουν τη ρόκα και να λένε τις κουτσομπόλικες ιστορίες τους. Την κλωστή και το αδράχτι περνούν στο τυλιγάδι και κάνουν τις κουλούρες. Τα νήματα τα βάφανε διάφορα χρώματα, με επικρατέστερο το κόκκινο και
το πράσινο, αλλά και άλλα χρώματα. Το στημόνι το μαζεύανε στο αντί και το περνούσαν στο χτένι. Μετά άρχιζε τη δουλειά, του ο αργαλειός.
H φτερωτή σαΐτα ενώνεται με το στημόνι και το υφάδι, πηγαινοέρχεται συνέχεια και το χτύπημα του αργαλειού από τις πατήτρες, και το χτένι που βαρά τις κλωστές. Έτσι υφαίνονταν οι βελέντζες, τα κιλίμια και τα προικιά, που επιπλέον χρειαζόταν η όμορφη Σκοπιώτισσα νύφη.
Όλα τα ρούχα στον αργαλειό τα ’φτιαχνε ο κόσμος κάποτε, τώρα τα σύγχρονα κλωστήρια των εργοστασίων τον αντικατέστησαν και πέρασε και αυτός στην ιστορία.
Από την εργασία του Λεωνίδα Ζώλη με τίτλο: "Σκοπιά, ιστορία και παράδοση"